- φιλοκύων
- φιλοκύωνfond of dogsmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Φιλοκύων — fond of dogs masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλοκύων — υνος, ὁ, ἡ, Α αυτός που αγαπά τα σκυλιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + κύων «σκύλος»] … Dictionary of Greek
κύων — ο, η (AM κύων, κυνός, ό, ή) 1. σκύλος («Τηλέμαχον δὲ περίσσαινον κύνες ὑλακόμωροι», Ομ. Οδ.) 2. (ως υβριστική λέξη) θρασύς, αναιδής και αναίσχυντος σαν τον σκύλο («δᾱερ ἐμεῑο κυνός, κακομηχάνου ὀκρυοέσσης», Ομ. Ιλ.) 3. πιστός σαν τον σκύλο… … Dictionary of Greek